- προάγγελσις
- προάγγ-ελσις, εως, ἡ,A forewarning, early intimation, τινος Th.1.137.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
προάγγελσις — forewarning fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προάγγελσις — έλσεως, ή, Α [προαγγέλλω] η ενέργεια τού προαγγέλλω, προειδοποίηση, προμήνυμα … Dictionary of Greek
προάγγελσιν — προάγγελσις forewarning fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)